ΣκοπόςΗ Ομάδα των Γεωγράφων.
Η ομάδα αυτή διερεύνησε τη γεωγραφική θέση που έλαβαν χώρο τα πολεμικά γεγονότα. Τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της θέσης αυτής. Τα προβλήματα που προκάλεσε στους μαχόμενους το γεωγραφικό ανάγλυφο και οι καιρικές συνθήκες. Πατήστε εδώ για να δείτε τα μέρη που διαδραματίστηκαν τα γεγονότα |
ΣυμπεράσματαΟ ελληνοϊταλικός πόλεμος του 1940 ήταν η πολεμική σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας, η οποία διήρκεσε από τις 28 Οκτωβρίου 1940 μέχρι τις 23 Απριλίου 1941. Επίσημη έναρξη του Πολέμου θεωρείται η «επίδοση του τελεσιγράφου», ενώ μετά τις 6 Απριλίου 1941, με την επέμβαση των Γερμανών, συνεχίστηκε ως ελληνοιταλικογερμανικός πόλεμοςΟι συγκρούσεις έγιναν στην Ήπειρο,στην Ελλάδα και στην Αλβανία .Οι Ελληνικές δυνάμεις είχαν προωθηθεί στο ένα τέταρτο σχεδόν του εδάφους της Αλβανίας, καταλαμβάνοντας κατά σειρά τις πόλεις: Κορυτσά, Πόγραδετς, Άγιοι Σαράντα, Αργυρόκαστρο και Χειμάρρα.Μετά την κατάληψη της Αλβανίας από τους Ιταλούς, το Ελληνικό Γενικό Επιτελείο κατάρτισε το σχέδιο «ΙΒ» («Ιταλία-Βουλγαρία»), για την αντιμετώπιση μιας ταυτόχρονης συνδυασμένης επίθεσης από Ιταλία και Βουλγαρία. Το σχέδιο προέβλεπε επιβραδυντικές αμυντικές ενέργειες στην περιοχή της Ηπείρου, με βαθμιαία υποχώρηση στη φυσικά οχυρή γραμμή Άραχθος - Μέτσοβο - Αλιάκμονας - Βέρμιο, διατηρώντας την πιθανότητα μιας περιορισμένης επίθεσης στη Δυτική Μακεδονία.Το σχέδιο αναθεωρήθηκε δύο φορές στη συνέχεια, το «ΙΒα», προέβλεπε την άμυνα στη γραμμή των συνόρων και το «ΙΒβ», το οποίο προέβλεπε άμυνα κάπου ενδιάμεσα, μεταξύ συνόρων και γραμμής υποχώρησης.Κύρια λήμματα: Μάχη της Πίνδου και Μάχη Ελαίας - Καλαμά Οι μεραρχίες «Φερράρα» και «Κένταυρος» κινήθηκαν προς την περιοχή του Καλπακίου (στη θέση Ελαία), το «Παραλιακό Συγκρότημα» προωθήθηκε κατά μήκος της ακτής και η Μεραρχία «Σιένα» κινήθηκε στα νοτιοανατολικά του Καλπακίου προκειμένου να διαβεί τον ποταμό Καλαμά.
Οι Ιταλοί συνάντησαν σημαντικές δυσκολίες στην προώθηση τους λόγω των καταστροφών στο οδικό δίκτυο και στις γέφυρες και των συνεχών βροχοπτώσεων που είχαν μετατρέψει τις ημιονικές οδούς σε βούρκο και τα ρυάκια σε ορμητικούς χειμάρρους.Το ιταλικό σχέδιο πολέμου, το επονομαζόμενο Emergenza G («Επείγουσα Ελλάς»), προέβλεπε την κατάληψη της χώρας σε τρεις φάσεις. Η πρώτη ήταν η κατάληψη της Ηπείρου και των Ιονίων Νήσων. Στη δεύτερη φάση θα καταλαμβάνονταν η Δυτική Μακεδονία. Με την ενίσχυση νέων δυνάμεων που θα αποβιβάζονταν στην Ήπειρο και στα νησιά, θα ακολουθούσε η προέλαση προς την Θεσσαλονίκη και την Αθήνα με σκοπό την κατάκτηση της χώρας. Τα ελληνικά τμήματα αντιμετώπισαν κατά τους αγώνες τους στο Τομέα Πίνδου εξαιρετικές δυσχέρειες ανεφοδιασμού σε πυρομαχικά και τρόφιμα. Τα προωθούμενα εσπευσμένα, αμέσως μετά την επιστράτευση τους, τμήματα στερούνταν των προβλεπόμενων κτηνών ή άλλων μέσων μεταφοράςΑυτοκίνητα για τον ανεφοδιασμό των τμημάτων μπορούσαν να προωθηθούν μόνο μέχρι ορισμένες περιοχές που και αυτές ήταν μακριά από το μέτωπο. Οι δρόμοι έγιναν άβατοι σε τροχό αμέσως μετά τις πρώτες βροχές του ΝοεμβρίουΓια την αντιμετώπιση των δυσχερειών του ανεφοδιασμού των μαχόμενων τμημάτων, χρησιμοποιήθηκαν μεταξύ των άλλων και ομάδες από χωρικούς, γυναίκες και παιδιά, που προσέρχονταν αυθόρμητα και μετέφεραν τους φόρτους στους ώμους τους κινούμενοι σε δύσβατα εδάφη κάτω από πολύ δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Έτσι οι κάτοικοι της Πίνδου παρουσίασαν στους μαχητές ένα λαμπρό παράδειγμα πατριωτισμού και υψηλής αντιλήψεως του καθήκοντος.Επίσης κατα τη δειάρκια του πολεμου οι καιρικέσ συνθήκεσ δεν βοηθούσαν την κατασταση.Οι Έλληνες πολεμιστές υφίσταντο ακρωτηριασμούς έτσι ωστε να σαπίζουν οι φλεβες τους και οι γιατροί να τους κόβουν τα πόδια τους.Οι περισσότεροι σε αυτή την περίπτωση πέθαιναν. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, εκατομμύρια νεκροί, εκατομμύρια τραυματίες και ακρωτηριασμένοι, ανεξακρίβωτος αριθμός θυμάτων ανάμεσα στον άμαχο πληθυσμό κατά την διάρκεια των πολ εμικών επιχειρήσεων από τις αδέσποτες οβίδες, τις επιδημίες και την πείνα. Μέσα στο γενικότερο όλεθρο, οι προσπάθειες του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού ήταν πραγματικά υπεράνθρωπες, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες κάτω από τις οποίες καλούνταν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, αλλά και τα μέσα που είχαν στη διάθεσή τους, προσπάθειες που ήταν σωτήριες για μεγάλο αριθμό τραυματιών κατά τη διάρκεια του πολέμου.Μία άλλη πολύ συχνή κατάσταση την οποία είχαν να αντιμετωπίσουν οι γιατροί κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου, ήταν τα κρυοπαγήματα. Τα κρυοπαγήματα είναι η τοπική βλάβη του δέρματος αλλά και των βαθύτερων ιστών, που προκαλείται από την έκθεση στο ψύχος και ευνοείται από την υγρασία, προσβάλλοντας κυρίως τα πόδια, τα χέρια ή το πρόσωπο. Οι γιατροί, πολλές φορές καλούνταν να ακρωτηριάσουν το προσβεβλημένο ή τα προσβεβλημένα μέλη, με τα μέσα που είχαν στη διάθεσή τους, προκειμένου να σώσουν τη ζωή των ασθενών, ένα έργο αποτρόπαιο και άχαρο αλλά απόλυτα αναγκαίο..Η απόκρουση της ιταλικής εισβολής αποτέλεσε την πρώτη νίκη των Συμμάχων κατά των δυνάμεων του Άξονα στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου και ανύψωσε το ηθικό των λαών στη σκλαβωμένη Ευρώπη. Πολλοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι η νίκη των Ελλήνων επηρέασε την έκβαση ολόκληρου του πολέμου, καθώς υποχρέωσε τους Γερμανούς να αναβάλουν την επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης, προκειμένου να βοηθήσουν τους συμμάχους τους Ιταλούς που έχαναν τον πόλεμο με την Ελλάδα. Η καθυστερημένη επίθεση τον Ιούνιο του 1941, ενέπλεξε τις γερμανικές δυνάμεις στις σκληρές συνθήκες του ρωσικού χειμώνα, με αποτέλεσμα την ήττα τους στη διάρκεια της Μάχης της Μόσχας. Ως Ανατολικό Μέτωπο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου περιγράφεται το σύνολο των πολεμικών γεγονότων που έλαβαν χώρα ανάμεσα στη Σοβιετική Ένωση και τις ευρωπαϊκές δυνάμεις του Άξονα κατά τα έτη 1941 έως 1945, στα πλαίσια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Αποτελεί το σπουδαιότερο πολεμικό γεγονός της σοβιετικής ιστορίας και ένα από τα σπουδαιότερα της παγκόσμιας. Στη ρωσική ιστοριογραφία αναφέρεται συνήθως ως Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος Οι Ιταλοί επιτέθηκαν το πρωί της 28ης Οκτωβρίου και τα τμήματα προκάλυψης στη γραμμή των συνόρων συμπτύχθηκαν και κατέλαβαν νέες θέσεις άμυνας στα μετόπισθεν στα πλαίσια του επιβραδυντικού αγώνα. Οι μεραρχίες «Φερράρα» και «Κένταυρος» κινήθηκαν προς την περιοχή του Καλπακίου (στη θέση Ελαία), το «Παραλιακό Συγκρότημα» προωθήθηκε κατά μήκος της ακτής και η Μεραρχία «Σιένα» κινήθηκε στα νοτιοανατολικά του Καλπακίου προκειμένου να διαβεί τον ποταμό Καλαμά. Οι Ιταλοί συνάντησαν σημαντικές δυσκολίες στην προώθηση τους λόγω των καταστροφών στο οδικό δίκτυο και στις γέφυρες και των συνεχών βροχοπτώσεων που είχαν μετατρέψει τις ημιονικές οδούς σε βούρκο και τα ρυάκια σε ορμητικούς χειμάρρους.Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος του 1940 ήταν η πολεμική σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας, η οποία διήρκεσε από τις 28 Οκτωβρίου 1940 μέχρι τις 23 Απριλίου 1941. Επίσημη έναρξη του Πολέμου θεωρείται η «επίδοση του τελεσιγράφου», ενώ μετά τις 6 Απριλίου 1941, με την επέμβαση των Γερμανών, συνεχίστηκε ως ελληνοιταλικογερμανικός πόλεμος Οι ελληνικές εφεδρείες άρχισαν να φτάνουν στο μέτωπο στις αρχές Νοεμβρίου, ενώ η αδράνεια της Βουλγαρίας επέτρεψε στο ελληνικό Γενικό Επιτελείο να μεταφέρει την πλειονότητα των μονάδων από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα και να τις αναπτύξει στο αλβανικό μέτωπο. Έτσι, ο Αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος κατόρθωσε να πετύχει αριθμητική υπεροχή έναντι των Ιταλών ως τα μέσα Νοεμβρίου, πριν εξαπολύσει αντεπίθεση. Έντεκα μεραρχίες πεζικού, δύο Ταξιαρχίες Πεζικού και η Μεραρχία Ιππικού υπό τον Υποστράτηγο Γεώργιο Στανωτά αντιμετώπιζαν δεκαπέντε ιταλικές μεραρχίες πεζικού και μια τεθωρακισμένη μεραρχία.[38] Το Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας και το Γ' Σώμα Στρατού, ενισχυμένα με μονάδες από ολόκληρη τη Βόρειο Ελλάδα, εξαπέλυσαν επίθεση στις 14 Νοεμβρίου, με κατεύθυνση την Κορυτσά. Μετά από σκληρή μάχη στην οχυρωμένη μεθόριο, οι Έλληνες τη διέσπασαν στις 17 Νοεμβρίου και μπήκαν στην Κορυτσά στις 22. Λόγω της αναποφασιστικότητας του ελληνικού Γενικού Επιτελείου, οι Ιταλοί βρήκαν χρόνο να αναδιοργανωθούν και να μην καταρρεύσουν τελείως παρόλο που στο στράτευμά τους είχε ήδη ξεσπάσει κρίση με παραιτήσεις υψηλόβαθμων στρατιωτικών.[39] Προβλέποντας τη γερμανική επίθεση, οι Βρετανοί και μερικοί Έλληνες ζητούσαν την υποχώρηση από την Ήπειρο, ώστε να εξοικονομηθούν δυνάμεις που θα μπορούσαν να αποκρούσουν του Γερμανούς. Παρά ταύτα, το εθνικό συναίσθημα δεν επέτρεπε να εγκαταλειφθούν ευαίσθητες εθνικά περιοχές που κατακτήθηκαν με τόσο κόπο. Έτσι, παρά τη στρατιωτική λογική, απορρίφθηκε η ιδέα οπισθοχώρησης έναντι των «ηττημένων» Ιταλών και ο μεγαλύτερος όγκος των ελληνικών δυνάμεων παρέμενε βαθιά στην Αλβανία, ενώ οι Γερμανοί πλησίαζαν. Ο στρατηγός Ουίλσον χλεύασε αυτό το «φετιχιστικό δόγμα του να μη δοθεί ούτε μια σπιθαμή γης στους Ιταλούς» και που οδήγησε στο να μείνουν μόνο έξι από τις εικοσιμία ελληνικές μεραρχίες να αντιμετωπίσουν τη γερμανική επίθεση. Από τις 6 Απριλίου, οι Ιταλοί ξεκίνησαν εκ νέου την επίθεσή τους στην Αλβανία, μαζί με την επιχείρηση «Μαρίτα» των Γερμανών. Οι αρχικές επιθέσεις είχαν μικρό αποτέλεσμα, αλλά στις 12 Απριλίου το ελληνικό Γενικό Επιτελείο, θορυβημένο από την ταχύτατη προέλαση των Γερμανών, διέταξε την οπισθοχώρηση από την Αλβανία. Οι Ιταλοί κατέλαβαν την Κορυτσά στις 14 Απριλίου και έφτασαν στις λίμνες Πρέσπες στις 19. Στις 22 Απριλίου έφτασαν στα ελληνο-αλβανικά σύνορα στο χωριό Περάτη και πέρασαν σε ελληνικό έδαφος την επόμενη μέρα. |